αντί για στεφάνι στο Μεγάλο Μάγο του Σινεμά
μικρές σημειώσεις: «Fanny och Alexander» - ο χαρακτήρας του Carl Ekdahl
Ο μάγος σκηνοθέτης Ινγκμαρ Μπέργκμαν, παίζει και ο ίδιος γυρίζοντας τις ταινίες του. Παίζει με τους θεατές, παίζει με τους ηθοποιούς, παίζει ανατρέποντας διαρκώς το συναίσθημα. Μέσα στη χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα, στην καρδιά της, όταν η γιορτή βρίσκεται στο φόρτε και τα παιδιά ανοιγουν τα δώρα τους, τότε ακριβώς εμφανίζει το λούζερ ήρωά του, το θείο Carl Ekdahl, αποτυχημένο και χρεωκοπημένο επιστήμονα, που έχει παντρευτεί γερμανίδα -ένα επιπλέον μειονέκτημα, κατά τη μητέρα του.
Η οικογενειακή φωτογραφία της οικογένειας Ekdahl έχει επαναληφθεί με τους ηθοποιούς ντυμένους με τα καθημερινά τους ρούχα. Σαν να γίνεται προσπάθεια να μεταφερθεί το έργο στη σύγχρονη εποχή, σαν να θέλει να συμπήξει τις σχέσεις των ηθοποιών του ο σκηνοθέτης, να τις κάνει πραγματικά "οικογενειακές", όσο μπορεί τουλάχιστον. Οι ηθοποιοί δεν αντιστέκονται σε αυτό το πείραμα, ίσα ίσα δείχνουν να το χαίρονται, απ' όσο δείχνουν και άλλες φωτογραφίες του σκηνοθέτη μέσα στα πλάνα του ή αγκαλιά με κάποιον από τους ηθοποιούς του. Βάζω κτητικό "του" επειδή ο ηθοποιός είναι το παιχνίδι, ο εύπλαστος πηλός, το υλικό, με το οποίο ο σκηνοθέτης υλοποιεί το έργο του.
Επανέρχομαι στον αντιήρωα θείο Carl Ekdahl. Οχι μόνο αντιήρωα, αλλά και αντιπαθητικό και ίσως επικίνδυνο για τις ανόητες επιλογές του τον θεωρούν οι ενήλικοι, αντίθετα με τα μικρά ανήψια του, που διασκεδάζουν μαζί του. Ο ίδιος δεν έχει παιδιά, ίσως επειδή ο ίδιος ακόμα μένει ένα παιδί σε σώμα ενηλίκου.
Πόσο θα ήθελε να βρίσκεται γονατισμένος στο πάτωμα δίπλα στα παιδιά, ένα παιδί κι αυτός, και ν' ανοίγει τα πακέτα του! Αντί γι αυτό, είναι υποχρεωμένος να κάθεται σε μια πολυθρόνα και ν' απολαμβάνει ένα παιχνίδι για μεγάλους, ένα ποτό. Για να βρεθεί μετά εκεί όπου θα μας μεταφέρει ο σκηνοθέτης, σε ένα δωμάτιο κρύο, με μια γυναίκα ξένη και απόλυτα εξαρτημένη από αυτόν, ένα παιχνίδι που αν και δεν του αρέσει, είναι υποχρεωμένος να το παίζει: το παιχνίδι της συνύπαρξης. Ο Bergman δεν χάνει την ευκαιρία να διεισδύσει στη σχέση αυτή με μια σκηνή μόνο, αφού έβαλε για προπομπό την περιφρονητική κουβέντα της μητέρας του Carl Ekdahl για τη γερμανίδα σύζυγό του και νύφη της.
(σκηνή στο δωμάτιο του ζεύγους Carl Ekdahl)
Carl Ekdahl: Νιώθω κάποιο κρύο.
Γυναίκα του: Δεν μας κάνει πίστωση ο ξυλέμπορας. Του χρωστάμε 150 κορώνες.
Carl Ekdahl: 23 χρόνια κι ακόμα να μάθεις σουηδικά!
Γυναίκα του: Κάνω ό,τι μπορώ καλέ μου.
Carl Ekdahl: Την Τρίτη ζήτησα δανεικά από τη μαμά. Μου είπε ότι της χρωστάω ήδη 37.000 κορώνες. Είναι απιστευτο.
Γυναίκα του: Θα πρέπει να πας στον εβραίο.
Carl Ekdahl: Πήγα ήδη, με βάζει και πληρώνω εξωφρενικό τόκο... Κι αν δεν πληρώσω, λέει, θα μιλήσει στη μαμά.
Γυναίκα του: Εχω κάποια κοσμήματα.
Carl Ekdahl: Ηλίθια! Ο καθηγητής Εκνταλ να πάει στον ενεχυροδανειστή;
Γυναίκα του: Θα έρθεις να ξαπλώσεις; (μεγάλη παύση) Ελα, κάθησε κοντά μου.
Carl Ekdahl: Μυρίζεις άσχημα, δεν ξέρω τί είναι. Σταμάτησες να πλένεσαι ή άρχισες να σαπίζεις;
Γυναίκα του: Δεν μυρίζω άσχημα Κάρλχεν μου, εσύ έχεις φαντασιώσεις με τις μυρωδιές.
Carl Ekdahl: Μάτωσε. (δείχνει το χέρι του, αφού το χτύπησε βίαια στο κομό)
Γυναίκα του: Να σου το επιδέσω; Προσπάθησε να κοιμηθείς λίγο. Σε λυπάμαι Κάρλχεν μου.
Carl Ekdahl: (μονολογεί) Πώς ξεπέφτει κανείς... Μπορείς να μου απαντήσεις; Πώς πέφτει η σκόνη; Πότε έχει χάσει κανείς; Πρώτα είμαι πρίγκηπας, κληρονόμος στο βασίλειο. Ξαφνικά, προτού το καταλάβω... είμαι ξεπεσμένος. Ο θάνατος μου χτυπάει τον ώμο. Το δωμάτιο είναι κρύο... Και δε μπορούμε να πληρώσουμε τα ξύλα.
(κάθονται και οι δυο δίπλα δίπλα στο κρεβάτι με σκυμένα κεφάλια)
Carl Ekdahl: (συνεχίζει) Είμαι ηλιθιος και κακός. Είμαι κακός στο μόνο άνθρωπο που με νοιάζεται. Δε θα με συχωρέσεις ποτέ, είμαι βρωμερός.
Γυναίκα του: Αν θες, θα σου φτιάξω ζεστό κρασί.
Carl Ekdahl: Μην είσαι τόσο δουλική! Σκούπισε το στόμα σου. Τα χείλια σου είναι πάντα υγρά και αηδιαστικά. Δε θέλω να είμαι κακός... (γέρνει στον ώμο της)
Γυναίκα του: Το ξέρω αγαπημένε μου.
Carl Ekdahl: Ζωή! (πέφτει ανάσκελα στο κρεβάτι) Φτώχεια και ταπείνωση! (κλαίει γοερά)
Ετσι απλά τελειώνει αυτή η σκηνή, όπου απομυθοποιείται ο επιστήμων-παιδί-ανώριμος, μεσήλικας πλέον, μάλλον μικρότερος γιος της Ελένα Εκνταλ. Το περισπούδαστο προσωπείο που εμφανίζει μπροστά στους συνομηλίκους του, χάνεται μπροστά στα παιδιά και τσαλακώνεται μπροστά στη γυναίκα του και στον εαυτό του. Η σχέση αυτή έχει πολλές πτυχές.
Ομολογώ πως όταν πρωτοείδα το φιλμ πριν 20και πλέον χρόνια, μου είχε μείνει η αντιπάθεια που ένιωσα γι αυτό τον άνθρωπο. Τον λυπήθηκα απλώς και η λύπηση δεν είναι καθόλου εποικοδομητικό συναίσθημα. Βλέποντας και ξαναβλέποντας την τανία κατά καιρούς, μου αποκάλυπτε και μια νέα αλήθεια το πρόσωπο του Carl Ekdahl.
Σήμερα, μπορώ να νιώσω πολύ καλά το συναίσθημα αποτυχίας που τον κατακλύζει, η βεβαιότητα ότι δεν εκπλήρωσε το όνειρό του και ότι δεν του μένει πλέον καιρός να το πραγματοποιήσει. Είναι ένας άνθρωπος παραιτημένος και μάλιστα αυτή η δύσκολη κατάσταση επιδεινώνεται επειδή δεν έχει κανένα στήριγμα να τη μοιραστεί. Η γυναίκα του τον λυπάται, μέσα από τη λύπηση που νιώθει για τον ίδιο τον εαυτό της. Αραγε, πόσο να φταίει εκείνη για αυτή την κατάντια; Ακόμα δεν έχω απαντήσεις για όλα. Αυτή η σχέση, αν και τόσο συνήθης και στην εποχή μας, μου αφήνει πολλά ερωτηματικά ακόμα.
(χτες το πρωί έκλεισαν τα μάτια και σφάλισε ο νους του σκηνοθέτη που έπλαθε χαρακτήρες μέσα από τις εικόνες του,που μάγεψε σειρές γενεών -ας τον θυμόμαστε με ευγνωμοσύνη)
ΣΗΜ. Οι φωτογραφίες είναι από τη μαγευτική ιστοσελίδα του σκηνοθέτη, κοπυράιτ Photo: Arne Carlsson © Svenska Filminstitutet